Πόσο συχνός είναι;
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστεως είναι 7ος από πλευράς συχνότητας στους άνδρες και ο 17ος στις γυναίκες. Γενικά είναι ο 2ος σε συχνόητα καρκίνος μετά τον καρκίνο του προστάτη. Εμφανίζεται στην έβδομη δεκαετία και οι άνδρες προσβάλλονται 3 φορές πιο συχνά από ότι οι γυναίκες.
Ποιά είναι τα αίτια;
- Κάπνισμα: είναι ο κύριος παράγοντας που είναι υπεύθυνος για το 50% των περιπτώσεων. Οι καπνιστές έχουν τουλάχιστον 4 φορές περισσότερες πιθανότητες να αποκτήσουν καρκίνο ουροδόχου κύστης. Ο κίνδυνος εμφάνισης εξαλείφεται 20 χρόνια μετά τη διακοπή καπνίσματος.
- Έκθεση σε χημικές: 20-25% των ασθενών αναφέρουν επαγγελματική έκθεση σε αρωματικές αμίνες και υδρογονάνθρακες (χρώματα, υλικά βαφής, λάστιχα, πετρέλαιο).
- Φάρμακα: η χρόνια χρήση αναλγητικών και χημικοθεραπευτικών (φαινακετίνη και κυκλοφωσφαμίδη)
- Χρόνια φλεγμονή της ουροδόχου κύστης
- Ακτινοθεραπεία
- Οικογενειακό ιστορικό
Ποιά είναι τα συμπτώματα;
- Ανώδυνη μακροσκοπική αιματουρία (αίμα στα ούρα): είναι το πρώτο και κύριο σύμπτωμα. Μπορεί να είναι μικροσκοπική (δηλαδή να μην φαίνεται) αλλά να ανιχνεύεται στη γενική ούρων ή να είναι μακροσκοπική (δηλαδή να είναι ορατή με το μάτι). Επίσης μπορεί να είναι συνεχής ή διαλείπουσα.
- Συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό που μοιάζουν με τα συμπτώματα μιας λοίμωξης (συχνοουρία, νυκτοουρία, επιτακτικότητα)
- Οσφυϊκός πόνος μπορεί να εμφανιστεί όταν διηθητικός όγκος προκαλεί υδρονέφρωση, δηλαδή απόφραξη του ουρητηρικού στομίου.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
- Υπερηχογράφημα: καλό θα είναι η ουροδόχος κύστη να είναι γεμάτη με ούρα για την καλύτερη απεικόνισή της. Σε περίπτωση διήθησης του ουρητηρικού στομίου μπορεί να απεικονιστεί υδρονέφρωση (διάταση του πυελοκαλυκικού συστήματος)
- Αξονική ουρογραφία
- Κυτταρολογική ούρων
- Κυστεοσκόπηση: Πρόκειται για μια γρήγορη εξέταση της ουρήθρας, και της κύστης υπό τοπική αναισθησία, με τη χρήση εύκαμπτου και λεπτού εργαλείου όπου μπορούμε να ελέγξουμε τον βλεννογόνο της ουρήθρας και της ουροδόχου κύστης με τη χρήση κάμερας. Η εικόνα του καρκίνου της ουροδόχου κύστης είναι συνήθως θηλωματώδεις τα οποία είναι γνωστά και ως θηλώματα, εκτός εάν ο όγκος είναι μυοδιηθητικός ή in situ.
Ποιό είναι το επόμενο βήμα μετά τη διάγνωση καρκίνου της ουροδόχου κύστης;
- Αξονική τομογραφία για έλεγχο επέκτασης της νόσου σε άλλα όργανα και λεμφαδένες.
- Ακτινογραφία θώρακος για έλεγχο επέκτασης στους πνεύμονες.
- Σπινθηρογράφημα οστών έλεγχο επέκτασης της νόσου στα οστά όταν πρόκειται για μυοδιηθητικό καρκίνο
- Μαγνητική τομογραφία
Ιστοπαθολογική σταδιοποίηση
Η ιστοπαθολογική βαθμονόμηση του όγκου χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες:
- G1, καλά διαφοροποιημένοι,
- G2, μετρίως διαφοροποιημένοι,
- G3, κακώς διαφοροποιημένοι, αλλά και πόσο βαθιά εισχωρεί ο όγκος στο τοίχωμα της ουροδόχο κύστης, διαχωρίζοντάς τον σε επιφανειακό (Τa-T1), CIS και μυοδιηθητικό (>T1).
Tο αποτέλεσμα της ιστοπαθολογικής εξέτασης καθορίζει και τις θεραπευτικές επιλογές όσον αφορά την περαιτέρω αντιμετώπιση!!!
Πώς αντιμετωπίζεται;
Αφού γίνει η διάγνωση με το εύκαμπτο κυστεοσκόπιο προγραμματίζεται η διουρηθρική εκτομή του όγκου (TURBT) . Η εκτομή περιλαμβάνει την αφαίρεση του όγκου αλλά και την υποκείμενης μυϊκής στιβάδας. Ο ιστός που αφαιρείται στέλνεται γιο βιοψία όπου ο ιστοπαθολόγος θα επιβεβαιώσει την ύπαρξη κακοήθειας αλλά θα καθορίσει και το στάδιο αυτής (G1, G2, G3 & Ta-T1, >T1).
Η θεραπεία που θα εφαρμοστεί εξαρτάται από το αν όγκος διηθεί τον μυϊκό χιτώνα ή όχι της κύστης.
Επιφανειακός μη διηθητικός όγκος
Συνήθως μετά το χειρουργείο (TUBT) ακολουθούν ενδοκυστικές εγχύσεις χημειοθεραπευτικών (επιρουμπικίνη, ή ανοσοδιεγερτικών φαρμάκων (BCG), ανάλογα με τη διαφοροποίηση του όγκου οι οποίες μειώνουν την εξέλιξη και τις υποτροπές της νόσο. Το πιο σημαντικό από όλα είναι η στενή παρακολούθηση που απαιτείται σε όλες τις περιπτώσεις. Η παρακολούθηση περιλαμβάνει: απεικόνιση, κυστεοσκόπηση, κυτταρολογική εξέταση ούρων σε τακτά χρονικά διαστήματα για τα οποία θα σας ενημερώνει ο θεράπων ιατρός σας. Η στενή παρακολούθηση είναι μείζονος σημασίας, διότι ο καρκίνος της κύστεως είναι πολυεστιακός και έχει ως χαρακτηριστικό τις συχνές υποτροπές, ενώ χωρίς θεραπεία εξελίσσεται σε νόσο χειρότερης πρόγνωσης.
Mυοδιηθητικός όγκος
Έχει χειρότερη πρόγνωση και αποτελεί ένδειξη για την αφαίρεση της κύστεως (ριζική κυστεκτομή) και την εκτροπή των ούρων με τη χρήση τμήματος λεπτού εντέρου. Στον άνδρα αφαιρείται και ο προστάτης με τις σπερματοδόχους κύστεις, ενώ στη γυναίκα αποφασίζεται από κοινού με την ασθενή η διατήρηση της μήτρας και των εξαρτημάτων της (π.χ. σε νεαρές ασθενείς). Σε όλες τις περιπτώσεις η κυστεκτομή συνοδεύεται από εκτεταμένη εκτομή των λεμφαδένων της πυέλου. Στη συνέχεια μπορεί να ακολουθήσει συμπληρωματική θεραπεία (χημειοθεραπεία, ακτινοβολία).
Η εκτροπή των ούρων συνήθως είναι ορθότοπη νεοκύστη, δηλαδή δημιουργία νεοκύστεως από λεπτό έντερο και τοποθέτηση της στη θέση της ουροδόχου ή ετερότοπη με δημιουργία στομίας στο δέρμα. To είδος της εκτροπής αποφασίζεται με βάση πολλαπλούς παράγοντες, τους οποίους υποχρεούται ο χειρουργός – ουρολόγος να τους συζητήσει με τον ασθενή του και να τον ενημερώσει για τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα κάθε είδους εκτροπής.